Τετάρτη 24 Ιουλίου 2013

Η κρίση των γαϊδάρων



Μια μέρα εμφανίστηκε σε ένα χωριό ένας άνδρας με γραβάτα.
Ανέβηκε σε ένα παγκάκι και φώναξε σε όλο τον τοπικό πληθυσμό ότι θα αγόραζε όλα τα γαϊδούρια που θα του πήγαιναν, έναντι 100 ευρώ και μάλιστα μετρητά.
Οι ντόπιοι το βρήκαν λίγο περίεργο, αλλά η τιμή ήταν πολύ καλή και όσοι προχώρησαν στην πώληση γύρισαν σπίτι με το τσαντάκι γεμάτο και το χαμόγελο στα χείλη.
Ο άνδρας με τη γραβάτα επέστρεψε την επόμενη μέρα και πρόσφερε 150 ευρώ για κάθε απούλητο γάιδαρο, κι έτσι οι περισσότεροι κάτοικοι πούλησαν τα ζώα τους.
Τις επόμενες ημέρες προσέφερε 300 ευρώ για όσα ελάχιστα ζώα ήταν ακόμα απούλητα με αποτέλεσμα και οι τελευταίοι αμετανόητοι να πουλήσουν τα γαϊδούρια τους.
Μετά συνειδητοποίησε ότι στο χωριό δεν έμεινε πια ούτε ένας γάιδαρος και ανακοίνωσε σε όλους ότι θα επέστρεφε μετά από μια εβδομάδα για να αγοράσει οποιοδήποτε γάιδαρο έβρισκε έναντι 500 ευρώ!!! Και αποχώρησε…
Την επόμενη μέρα ανέθεσε στον συνέταιρό του το κοπάδι των γαϊδάρων που είχε αγοράσει και τον έστειλε στο ίδιο χωριό με εντολή να τα πουλήσει όλα στην τιμή των 400 ευρώ το ένα.
Οι κάτοικοι βλέποντας την δυνατότητα να κερδίσουν 100 ευρώ την επόμενη εβδομάδα, αγόρασαν ξανά τα ζώα τους 4 φορές πιο ακριβά από ότι τα είχανε πουλήσει, και για να το κάνουν αυτό, αναγκάστηκαν να ζητήσουν δάνειο από την τοπική τράπεζα.
Όπως φαντάζεστε, μετά την συναλλαγή οι δύο επιχειρηματίες έφυγαν διακοπές σε έναν φορολογικό παράδεισο της Καραϊβικής, ενώ οι κάτοικοι του χωριού βρέθηκαν υπερχρεωμένοι, απογοητευμένοι, και με τα γαϊδούρια στην κατοχή τους που δεν άξιζαν πλέον τίποτα.
Φυσικά οι αγρότες προσπάθησαν να πουλήσουν τα ζώα για να καλύψουν τα χρέη. Μάταια. Η αξία τους είχε πατώσει. Η τράπεζα λοιπόν κατάσχεσε τα γαϊδούρια και εν συνεχεία τα νοίκιασε στους πρώην ιδιοκτήτες τους.

Ο τραπεζίτης όμως πήγε στον δήμαρχο του χωριού και του εξήγησε ότι εάν δεν ανακτούσε τα κεφάλαια που είχε δανείσει θα κατέρρεε και αυτός, και κατά συνέπεια θα ζητούσε αμέσως το κλείσιμο της ανοικτής πίστωσης που είχε με τον δήμο.

Πανικόβλητος ο δήμαρχος και για να αποφύγει την καταστροφή, αντί να δώσει λεφτά στους κατοίκους του χωριού για να καλύψουν τα χρέη τους, έδωσε λεφτά στον τραπεζίτη, ο οποίος, παρεμπιπτόντως, ήταν κουμπάρος του δημοτικού συμβούλου.
Δυστυχώς όμως ο τραπεζίτης αφού ανέκτησε το κεφάλαιό του, δεν έσβησε το χρέος των κατοίκων, και ούτε το χρέος του δήμου, ο οποίος φυσικά βρέθηκε ένα βήμα πριν την πτώχευση.
Βλέποντας τα χρέη να πολλαπλασιάζονται και στριμωγμένος από τα επιτόκια, ο δήμαρχος ζήτησε βοήθεια από τους γειτονικούς δήμους. Αυτοί όμως του έδωσαν αρνητική απάντηση, γιατί όπως του είπαν είχαν υποστεί την ίδια ζημιά με τους δικούς τους γαϊδάρους!!!…
Ο τραπεζίτης τότε έδωσε στον δήμαρχο την «ανιδιοτελή» συμβουλή/οδηγία να μειώσει τα έξοδα του δήμου: λιγότερα λεφτά για τα σχολεία, για το νοσοκομείο του χωριού, για την δημοτική αστυνομία, κατάργηση των κοινωνικών προγραμμάτων, της έρευνας, μείωση της χρηματοδότησης για καινούρια έργα υποδομών. Αυξήθηκε η ηλικία συνταξιοδότησης, απολύθηκαν οι περισσότεροι υπάλληλοι του δημαρχείου, έπεσαν οι μισθοί και αυξήθηκαν οι φόροι.
Ήταν έλεγε αναπόφευκτο, αλλά υποσχόταν με αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές «να βάλει τάξη στη λειτουργία του δημοσίου, να βάλει τέλος στις σπατάλες» και να ηθικοποιήσει το εμπόριο των γαϊδάρων.
Η ιστορία άρχισε να γίνεται ενδιαφέρουσα όταν μαθεύτηκε πως οι δυο επιχειρηματίες και ο τραπεζίτης είναι ξαδέρφια και μένουν μαζί σε ένα νησί κοντά στις Μπαχάμες, το οποίο και αγόρασαν “με τον ιδρώτα τους”. Ονομάζονται οικογένεια Χρηματοπιστωτικών Αγορών, και με μεγάλη γενναιότητα προσφέρθηκαν να χρηματοδοτήσουν την εκλογική εκστρατεία των δημάρχων των χωριών της περιοχής.
Σε κάθε περίπτωση η ιστορία δεν έχει τελειώσει γιατί κανείς δεν γνωρίζει τι έκαναν μετά οι αγρότες. Εσύ τι θα έκανες στην θέση τους; Τι θα κάνεις εσύ;
(Μετάφραση από το ιταλικό κείμενο το οποίο ήταν μετάφραση του γαλλικού και πάει λέγοντας… Φυσικά, τα κείμενα αυτά είναι μεταφρασμένα σε όλες τις γλώσσες γιατί ως γνωστό στην ιστορία αυτή εμπλέκονται επιχειρηματίες, τραπεζίτες, δημοτικές αρχές και φουκαράδες χωρικοί όλου του κόσμου καθώς όλος ο πλανήτης υπόκειται στους «κανόνες της αγοράς» των γαϊδάρων)
                   


Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

Τα απαγορευμένα πουλιά" του Εντουάρτο Γκαλεάνο ..και τι μπορούν να κάνουν τα παιδιά!



                            



Το1976,σε μια φυλακή με το όνομα "Ελευθερία"...


Οι πολιτικοί κρατούμενοι της Ουρουγουάης δεν μπορούν να μιλούν χωρίς άδεια, να σφυρίζουν, να χαμογελούν, να τραγουδούν, να βαδίζουν γρήγορα ή να χαιρετούν άλλον κρατούμενο.
 
Ούτε μπορούν να ζωγραφίζουν ή να λάμβάνουν ζωγραφιές με εγγύους γυναίκες, ζευγάρια, πεταλούδες, αστέρια ή πουλιά.


Ο Ντιντοσκό Πέρες, δάσκαλος, που βασανίστηκε και φυλακίστηκε επειδή είχε "ιδεολογικές ιδέες", δέχεται μια Κυριακή επίσκεψη της κόρης του Μιλάι, πέντε ετών. 


Το κορίτσι του φέρνει μια ζωγραφιά με πουλιά. Οι λογοκριτές τη σχίζουν στην είσοδο της φυλακής. 


Την επόμενη Κυριακή, η Μιλάι του φέρνει μια ζωγραφιά με δέντρα. Τα δέντρα δεν απαγορεύονται και η ζωγραφιά περνάει.


Ο Ντιντοσκό την παινεύει για το έργο της και την ρωτά για τους μικρούς χρωματιστούς κύκλους που φαίνονται πάνω στα δέντρα, πολλοί μικροί χρωματιστοί κύκλοι ανάμεσα στα κλαδιά:
 
- Είναι πορτοκάλια; Τι φρούτα είναι;

Η μικρή τον κάνει να σωπάσει.

- Σσσστ.


Και συνωμοτικά του εξηγεί:

- Χαζούλη, δε βλέπεις ότι είναι μάτια; Τα μάτια των πουλιών που σου έφερα κρυφά.



Από το βιβλίο του Εντουάρντο Γκαλεάνο:Días y noches de amor y de guerra (Μέρες και Νύχτες αγάπης και πολέμου, 1976).



                                                              

Τετάρτη 10 Ιουλίου 2013

EΛΛΗΝΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΣΚΕΨΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΖΩΗ



Μια παλιά απλοϊκή, αλλά ωραία ιστορία!
Αρκεί μόνο η ήρεμη ζωή να μή γίνεται σε βάρος των  άλλων...



Ένα σκάφος ελλιμενίζεται σ΄ένα μικρό ελληνικό νησί...
            



Μία τουρίστρια συγχάρηκε τους ντόπιους αλιείς σχετικά με την ποιότητα των ψαριών τους και τους ρώτησε πόσο καιρό τους πήρε να τα πιάσουν.
                                




«Όχι πολύ καιρό." απάντησαν με μια φωνή. 
"Γιατί να μην μένετε έξω περισσότερο και να ψαρεύετε περισσότερα;"
Οι αλιείς εξήγησε ότι τα μικρά τα αλιεύματά τους ήταν επαρκή για να καλύψουν τις ανάγκες τους και των οικογενειών τους.

"Μα τι κάνετε με τον υπόλοιπο χρόνο σας;" 

"Εμείς κοιμόμαστε αργά, ψαρεύουμε λίγο, παίζουμε με τα παιδιά μας, και παίρνουμε ένα μεσημεριανό υπνάκο με τις συζύγους μας. Τα απογεύματα έχουμε ένα σνακ στην παραλία 
             



Ή πηγαίνουμε στο χωριό για να δούμε τους φίλους μας στο καφενείο, να πιούμε μερικά ποτά και να παίξουμε τάβλι
                    



Τα βράδια πηγαίνουμε σε μια ταβέρνα παίζουμε μπουζούκι και τραγουδάμε μερικά τραγούδια & μπορεί να σπάσουμε κανένα πιάτο ή δύο.


Έχουμε μια γεμάτη ζωή. "

Η τουρίστρια τους  διέκοψε,
                



"Έχω ένα MBA από το Harvard και μπορώ να σας βοηθήσω! 
Θα πρέπει να ξεκινήσετε με το να ψαρεύετε περισσότερο κάθε μέρα.
Μπορείτε να πουλήσετε τότε τα επιπλέον ψάρια που πιάνετε.
Με τα πρόσθετα έσοδα, μπορείτε να αγοράσετε ένα μεγαλύτερο σκάφος. "

"Και μετά;"
"Με τα επιπλέον χρήματα θα έρθει το μεγαλύτερο πλοίο,
  και μπορείτε να αγοράσετε ένα δεύτερο και ένα τρίτο
και ούτω καθεξής μέχρι να έχετε έναν ολόκληρο στόλο από μηχανότρατες.
Αντί να πωλούν τα ψάρια σας σε μεσάζοντα,
μπορείτε να διαπραγματεύεστε άμεσα με τις μονάδες επεξεργασίας
και ίσως ακόμη και να ανοίξετε τη δική σας μονάδα.
Μπορείτε να αφήσετε τότε αυτό το μικρό χωριό και να κινηθείτε προς την Αθήνα ή ακόμα και το Λονδίνο! 




Από εκεί μπορείτε να διευθύνετε την τεράστια νέα επιχείρησή σας. "

"Πόσο καιρό θα πάρει αυτό;"

"Είκοσι, ίσως και είκοσι πέντε χρόνια." απάντησε η τουρίστρια.

"Και μετά;"

"Μετά; Λοιπόν φίλοι μου, μετά είναι που γίνεται πραγματικά ενδιαφέρον," απάντησε η τουρίστρια, γελώντας. «Όταν η επιχείρησή σας είναι πραγματικά μεγάλη, μπορείτε να αρχίσετε να αγοράζετε και να που λάτε μετοχές και να
 κάνετε εκατομμύρια!"

«Εκατομμύρια; Αλήθεια; Και μετά από αυτό;" Ρώτησε ένας από τους αλιείς.
           






"Μετά από αυτό θα είστε σε θέση να συνταξιοδοτηθείτε, να ζήσετε σε ένα μικρό χωριό κοντά στην ακτή, να κοιμάστε αργά, να παίζετε με τα παιδιά σας, να πιάνετε κανένα ψάρι, να παίρνετε τον μεσημεριανό σας ύπνο με τη σύζυγό σας και να περνάτε τα βράδια σας πίνοντας και απολαμβάνοντας με τους φίλους σας."

"Με όλο το σεβασμό κυρία, αλλά ακριβώς αυτό είναι
 που κάνουμε τώρα. Ποιος ο λόγος λοιπόν να σπαταλήσουμε είκοσι πέντε χρόνια;" ρώτησαν οι έλληνες αλιείς;

  

Και το ηθικό δίδαγμα αυτής της ιστορίας είναι:
                 


Να γνωρίζετε πού πηγαίνετε στη ζωή ....Μπορεί να είστε ήδη ΕΚΕΙ.